Συνθήκη Λωζάνης

Ημερομηνία Σύνταξης Άρθρου
Ιδιότητα
Άνχης (ΠΖ) , Δντης 4ου ΕΓ ΣΠΖ

Ένα θέμα που θα έπρεπε να απασχολεί τον καθένα μας, για την αποφυγή της άκριτης συστράτευσης πίσω από μία θέση, την οποία όμως οφείλουμε να μπορούμε να υποστηρίξουμε, είναι η κατανόηση της ορθότητας των επιχειρημάτων της Ελλάδας σχετικά με το καθεστώς της λεγόμενης «αποστρατιωτικοποίησης» των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου. Αρχικά, οφείλουμε να αναφέρουμε ότι υπάρχουν τρεις Συνθήκες - Συμβάσεις οι οποίες διέπουν τα εν λόγω νησιά, ήτοι:

  • Συνθήκη της Λωζάνης (24 Ιουλ 1923). Ορίζει το καθεστώς των νησιών του Αν. και ΒΑ Αιγαίου, Λέσβου, Χίου, Σάμου, Ικαρίας,ΛήμνουκαιΣαμοθράκης.
  • Σύμβαση του Μοντρέ(20 Ιουλ 1936). Ορίζει και οριστικοποιεί το καθεστώς στρατιωτικοποίησης των νήσων Λήμνου και Σαμοθράκης.
  • Συνθήκη των Παρισίων (10 Φεβ 1947). Ορίζει το υφιστάμενο καθεστώς των Δωδεκανήσων και των παρακείμενων αυτών νησίδων, συμπεριλαμβανομένου του Συμπλέγματος Καστελορίζου.

Η Συνθήκη της Λωζάνης, κωδικοποιεί οριστικά όλες τις εδαφικές διευθετήσεις του παρελθόντος. Συνίσταται από 143 άρθρα, τα οποία αποτελούν το κυρίως κείμενο, καθώς και από επιμέρους Συμβάσεις, Διακηρύξεις, Πρωτόκολλα και Συνοδευτικές Επιστολές. Τα άρθρα, στα οποία θα πρέπει να εστιάσουμε την προσοχή μας, είναι τα άρθρα «12» και «13».

  • Το άρθρο «12» της Συνθήκης της Λωζάνης (Εικόνα 1), αναφέρεται στο καθεστώς κυριαρχίας επί των νήσων Σαμοθράκης και Λήμνου, (Βορειοανατολικό Αιγαίο), Λέσβου, Χίου, Σάμου και Ικαρίας (Ανατολικό Αιγαίο), τα οποία ορίζεται ότι θα τελούν οριστικά υπό ελληνική κυριαρχία, και μόνο τα νησιά έως τρία χιλιόμετρα από τα τουρκικά παράλια, θα τελούν υπό αντίστοιχη τουρκική.

Η ανυπόστατη θεωρία, ότι τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, εκχωρήθηκαν στην Ελλάδα με την κυριαρχία της επ΄ αυτών, να τελεί υπό την αίρεση της πλήρους αποστρατιωτικοποίησής τους, άρχισε να διατυπώνεται από την Άγκυρα την δεκαετία του ΄90. Έκτοτε, η Τουρκία διατείνεται ότι η ισχύς του άρθρου «12» (κυριαρχία επί των νήσων), εξαρτάται από την εφαρμογή του άρθρου «13» (περιορισμοί στρατιωτικοποίησης). Από πουθενά όμως δεν τεκμαίρεται η εξάρτηση των δυο αυτών άρθρων, πολλώ δε μάλλον ότι η ισχύς του ενός (άρθρο «12»), προϋποθέτει την εφαρμογή του άλλου (άρθρο «13»). Η έωλη αυτή τουρκική αξίωση, αποτελεί μέρος της συστηματικής διαστρέβλωσης Διεθνών Συνθηκών, στο πλαίσιο της τακτικής του «Lawfare»[1] που ακολουθεί η Άγκυρα με σκοπό την επαύξηση της επιρροής της ανατολικά του 25ου μεσημβρινού, γεγονός που αναδεικνύει και ο ίδιος ο Αχμέτ Νταβούτογλου στο βιβλίο του «Στρατηγικό Βάθος», «Stratejik Derinlik», θεωρώντας το Αιγαίο στην κατεύθυνση Βορράς-Νότος, ως το σημαντικότερο θαλάσσιο κόμβο της Ευρασιατικής Ηπείρου.

Η Τουρκία, επιπροσθέτως ισχυρίζεται ότι σύμφωνα με το άρθρο «12» της Συνθήκης της Λωζάνης, παραχωρούνται στην Ελλάδα μόνο τα νησιά τα οποία αναφέρονται ονομαστικά σε αυτό. Προφανώς, η Άγκυρα αγνοεί την αρχή του ίδιου του άρθρου στο οποίο επικυρώνεται η απόφαση των Μεγάλων Δυνάμεων της 13ης Φεβρουαρίου 1914, «ως αφορώσα εις την κυριαρχία της Ελλάδοςεπί των νήσων της Ανατολικής Μεσογείου, εκτός της Ίμβρου, Τενέδου και Λαγουσών νήσων (Μαυρυών), καθώς και των Δωδεκανήσων». Ο ελληνικός Στόλος, τους μήνες Οκτώβριο-Νοέμβριο του 1912, καταναυμάχησε τον αντίστοιχο τουρκικό, κατατροπώνοντάς τον στα Στενά των Δαρδανελίων, απελευθερώνοντας ταυτόχρονα όλες τις υπό οθωμανική κυριαρχία νήσους, πλην Δωδεκανήσων οι οποίες κατέχονταν από την Ιταλία. Φυσικά λοιπόν και δεν απαιτούνταν η ύπαρξη στρατιωτικών δυνάμεων σε κάθε νησίδα ή βράχο του Αιγαίου, το οποίο θα ήταν φύση αδύνατον να συμβεί.

Ας μην διαλανθάνει επίσης της προσοχής μας, ότι σύμφωνα με το ίδιο άρθρο, (άρθρο «12»), παραχωρούνται στην Τουρκία μόνο «αι νήσοι, αι κείμεναι εις μικροτέρα απόστασιν των τριών μιλίων της ασιατικής ακτής». Επομένως η κυριαρχία της, αρχίζει σε κάθε περίπτωση από τα παράλιά της και τελειώνει τρία ν.μ. μακριά από αυτά.

Όσον αφορά το θέμα της «αποστρατιωτικοποίησης», αυτό αποδίδεται σε ιδιοτελή ερμηνεία του άρθρου «13» της Συνθήκης της Λωζάνης (Εικόνα 2).

  • Στο άρθρο «13» 1, αναφέρεται στο Στρατιωτικό καθεστώς το οποίο θα πρέπει να διέπει τα νησιά Λέσβου, Χίου, Σάμου και Ικαρίας. Σε αυτά, δεν θα πρέπει να υπάρχει ναυτική βάση ή οποιοδήποτε άλλο οχυρωματικό έργο. Γεγονός είναι ότι η Ελλάδα, δεν διατηρεί ναυτικές βάσεις, ούτε οχυρώσεις στα νησιά αυτά. Oι οχυρώσεις τύπου «Canakkale» και «Kilitbahir» αποτελούν παρωχημένη μέθοδο αμύνης, η οποία αφορά περισσότερο την Στρατιωτική Ιστορία και καθόλου πλέον τη Στρατιωτική Τακτική.
  • Στη συνέχεια του άρθρου«13» 2, αναφέρεται ότι ελληνικά στρατιωτικά αεροσκάφη δεν θα πρέπει να υπερίπτανται πάνω από τις ακτές της Ανατολίας και τα αντίστοιχα τουρκικά πάνω από τα προαναφερθέντα νησιά. Προβλέπεται λοιπόν ως ρήτρα αμοιβαιότητας, η απαγόρευση υπερπτήσεων αεροσκαφών του ενός κράτους πάνω από εδάφη του άλλου. Παρ΄ όλα ταύτα, η Τουρκία προβαίνει συστηματικά σε παραβιάσεις του Εθνικού Εναερίου Χώρου (Ε.Ε.Χ.) των ελληνικών νησιών. Χαρακτηριστικός είναι ο μήνας Απρίλιος του 2022, κατά τη διάρκεια του οποίου πραγματοποιήθηκαν 1041 παραβιάσεις του Ε.Ε.Χ. σε ολόκληρο το Αιγαίο, 27 εμπλοκές και 85 υπερπτήσεις πάνω από νησιά.
  • Στο τέλος του άρθρου «13» § 3, αναφέρεται ότι οι Στρατιωτικές δυνάμεις, θα περιορισθούν στον συνήθη αριθμό καλουμένων για στρατιωτική υπηρεσία και ότι θα δύναται να υπάρχουν αστυνομικές δυνάμεις ανάλογες σε αριθμό, με αυτόν στην υπόλοιπη επικράτεια. Ο αριθμός των στρατευσίμων δεν είναι διαφορετικός από τον αυτόν της υπόλοιπης Ελλάδας και καθώς το μέγεθος όλων των νησιών είναι μικρό, στερουμένων δε και ναυτικών βάσεων, απομακρύνεται και το τελευταίο φύλλο συκής των τουρκικών ισχυρισμών, περί δήθεν απειλής της εδαφικής της ακεραιότητας. Η αναφορά λοιπόν της λέξεως «αποστρατιωτικοποίηση» δεν είναι απλώς παραπλανητική, αλλά ψευδής, καθώς στη Συνθήκη της Λωζάνης, δεν αναγράφεται πουθενά η λέξη «demilitarization», και οι όποιοι περιορισμοί υφίστανται, τηρούνται με συνέπεια από την Ελλάδα.

[1] Το «Lawfare», αποτελεί μια διεθνής πρακτική που με επίκεντρο το «δίκαιο» εθνικής ασφαλείας ένα κράτος, αναζητά, κατασκευάζει και χρησιμοποιεί νομιμοφανή επιχειρήματα, με σκοπό την υποστήριξη των εθνικών του θέσεων και την επίτευξη ενός στρατιωτικού Αντικειμενικού Σκοπού.