Η ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΤΩΝ ΤΕΜΠΩΝ (ΠΟΙΗΜΑ)

Ημερομηνία Σύνταξης Άρθρου
Ιδιότητα
ΑΝΤΓΟΣ Ε.Α. Επίτιμος Διοικητής ΙΧης Μεραρχίας Πεζικού

 (Ένας, οφειλόμενος, Εθνικός Θρήνος για όλα τα θύματα της Τραγωδίας, μα ιδιαίτερα για τις δεκάδες των νέων που τόσο πρόωρα έφυγαν)

 

Απόψε σίγησαν νωρίς του Πηνειού τ’ αηδόνια…

Απόψε, μαύρα βάφτηκαν του Όλυμπου τα χιόνια!

Απόψε ο Δίας, με οργή, βλέπει τον Κεραυνό του

σε ξένα χέρια ανθρώπινα, χωρίς τον έλεγχό του!!!

 

Κόντευαν τα μεσάνυχτα στο τέλος του Φλεβάρη,

όταν η μοίρα έστελνε τον «Μαύρο Καβαλάρη»

για να θερίσει πρόωρα της Άνοιξης βλαστάρια,

να φέρει στα παλάτια του «νύφες και παλικάρια!!!»

 

Κι εκείνος βρήκε διό θεριά, γρήγορα κι αιμοβόρα,

κι αντικριστά τα κίνησε να συγκρουστούν με φόρα,

να τρέξουν άναρχα, τρελά, με νέους φορτωμένα,

δώρα του Χάρου ανέλπιστα, λαμπρά και διαλεγμένα…

 

Εκεί, στην πύλη των Τεμπών, μπρος στων Θεών το όρος,

στη γειτονιά του Πηνειού, που δίπλα του ο χώρος

του Διόνυσου και των Νυμφών γέμιζε ερώτων λόγια,

εκεί η μοίρα «φύτεψε» αιώνια μοιρολόγια!!!

 

Σ’ αυτή την ήσυχη γωνιά, του Κεραυνού λαμπάδες,

άναψαν άσβεστες φωτιές σ’ ανύποπτες μανάδες:

σαν κάψαν τα βλαστάρια τους, τέφρωσαν τις ελπίδες

αφάνισαν τα όνειρα ΚΑΙ μαύρες καταιγίδες

μες στις ψυχές τους έσπειραν και θύελλες στο νού τους.

Πόνου γεννήτρα στην καρδιά, η όψη του παιδιού τους,

έντονα κι ανεξίτηλα για πάντα χαραγμένη

ως του θανάτου τη στιγμή, που να το βρει προσμένει…

 

Μια ώρα πριν την Άνοιξη, η εσχάτη του Χειμώνα,

μια θύελλα αφύσικη θέρισε τον ανθώνα,

με αστραπή απρόβλεπτη, μ’ ατσάλινο δρεπάνι,

με δολοφόνα σύνεργα που άνθρωποι είχαν κάνει!!!

 

Από το Πάνθεο οι Θεοί, στου Όλυμπου τα ύψη,

βλέπαν το μαύρο φονικό και κράξαν να το κρύψει,

καπνός βαρύς και καταχνιά, του δήμιου το χέρι…

ΚΑΙ το μπουκέτο των ψυχών, προς τα δικά τους μέρη,

διατάξαν τον Ερμή, γοργά, να πάει να τους το φέρει.

 

Μείναν εκεί τα αίματα, χυμοί από Σας, λουλούδια,

και οι καυτές ανάσες Σας, των γάμων Σας τραγούδια,

για ν’ αντηχούν, να κελαηδούν αντάμα με τ’ αηδόνια,

δίπλα στους κήπους των Νυμφών, σαν σύμβολα αιώνια.

 

Παιδιά της Γης και τ’ ουρανού, νιάτα ευλογημένα,

Για μάς ποτέ δεν φύγατε. Έχουμε κρατημένα

Όλα τα δώρα, που ο Θεός σας είχε φορτωμένα,

μες στις ψυχές μας είδωλα, μες στις καρδιές μας πόνους,

στης σκέψης το ναό, Θεούς! Στην ύπαρξή μας κλώνους!

 

Εκεί που πάτε βίαια, της Πίστης ο Νυμφίος

ο Ναζωραίος ο γλυκύς, Ουράνιος και Θείος,

της γης γνωρίζει τα κακά, ξέρει σταυρό και πάθη

το δίκιο και το άδικο, τ’ ανθρώπινα τα λάθη…

 

Στον «Ευαγγελισμό»(*) μπροστά εκόπηκε η ζωή σας

κι έτρεξε η Μεγαλόχαρη για το στερνό φιλί σας

αντί για τις μανούλες σας!!! Μάνα παρηγορήτρα,

μάνα που προετοίμαζε την ‘Αγια – Θεία μήτρα(**)

να ενσαρκώσει το Θεό στ’ άχραντα σωθικά της

που της τον σταύρωσαν φρικτά, νεότατο, μπροστά της!!!

 

Ποιά γήινα μέτρα θα βρεθούν να μετρηθεί το δράμα;

Ποιό μέγεθος θα ταίριαζε για των γονιών το κλάμα;

Μένουν απολιθώματα στης γης την ιστορία

τα δάκρυα που ξεχύνονται σε τέτοια τραγωδία

από τα μάτια των γονιών. Αιώνιοι σταλακτίτες,

 μάρτυρες «απαράγραπτοι», για θύματα και θύτες!!!

 

Υπεύθυνοι κι ανεύθυνοι, αφήστε τα παιχνίδια…

Σταθείτε μπρός στα μνήματα και μπρός στ’ αποκαϊδια

ΚΑΙ με ψυχή ανθρώπινη ρωτήστε την καρδιά σας

για να σας πει τι θα ‘κανε αν ήταν τα παιδιά σας.

 

(*) Ο «Ευαγγελισμός» είναι χωριό του Δήμου των Τεμπών στις πλαγιές της Όσσας, απέναντι από την τοποθεσία που έγινε το δυστύχημα

(**). Ο συμβολισμός οφείλεται στο γεγονός ότι σε 25 ημέρες ερχόταν ο «Ευαγγελισμός της Θεοτόκου» της οποίας η παρθενική μήτρα θα ενσάρκωνε τον Ιησού. Θεό και σωτήρα.