Εξοπλισμοί, Αμυντική Βιομηχανία και η Στρατιωτική Ισορροπία

Ημερομηνία Σύνταξης Άρθρου
Ιδιότητα
ΑΝΤΓΟΣ Ε.Α.

Εξοπλισμοί, Αμυντική Βιομηχανία και η Στρατιωτική Ισορροπία

Γράφει ο Αντγος ε.α. Ιπποκράτης Δασκαλάκης

  Είναι απολύτως φυσιολογικό, θα προσέθετα και ενθαρρυντικό, να παρατηρούμε μια κατακόρυφο αύξηση του ενδιαφέροντος της ελληνικής κοινωνίας για τα εξοπλιστικά μας προγράμματα ως αναγκαίας απάντησης στην τουρκική επεκτατικότητα. Κομβικά θέματα ενδιαφέροντος, η εν εξελίξει ενίσχυση του αεροπορικού μας στόλου, με τη φημολογούμενη προμήθεια αεροσκαφών F-35 και η αντικατάσταση των μεγάλων μονάδων του στόλου. Η προσοχή μας και πολύ ορθά, είναι στραμμένη και στα ανάλογα προγράμματα του αντιπάλου. Τα σημαντικά βήματα που αυτός έχει επιτύχει στην παραγωγή και τακτική χρησιμοποίηση μη επανδρωμένων συστημάτων είναι άκρως ανησυχητικά. Πρόσφατα, η δοκιμαστική (προπαγανδιστική) εκτόξευση ενός τουρκικού βαλλιστικού βλήματος προκάλεσε περισσότερες συζητήσεις στη χώρα μας παρά στη γείτονα.

  Στις ατέρμονες ελληνικές δημόσιες συζητήσεις, αρκετά συχνά και για λόγους τηλεθέασης, προβολής, διαφόρων σκοπιμοτήτων αλλά και άγνοιας, παρουσιάζονται υπερβολικές απλουστεύσεις έως και διαστρεβλώσεις σχετικά με τα διάφορα οπλικά συστήματα και τις ικανότητες τους. Για παράδειγμα, η προμήθεια ενός νέου, σύγχρονου και ικανότατου μαχητικού αεροσκάφους (πχ Rafale), με υψηλότατων ικανοτήτων οπλικά συστήματα (πχ meteor), παρουσιάζεται ως το θαυματουργό μέσο της μεταβολής (υπέρ ημών) της στρατιωτικής ισορροπίας ισχύος. Αντίστοιχα, οι υπό κατασκευή γαλλικές φρεγάτες, Belharra, εμφανίζονται ως τα νέα υπερόπλα που θα εξασφαλίσουν την πολυπόθητη θαλάσσια κυριαρχία σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο. Δεν κατακρίνω, αυτές τις «υπερ-αναγκαίες» και «υπερ-επείγουσες» προμήθειες, απεναντίας τις επικροτώ πλήρως και εύχομαι τη συνέχιση αυτής της δαπανηρής εξοπλιστικής προσπάθειας καθόσον αποτελεί μονόδρομο, αν δεν θέλουμε να απολέσουμε εθνική κυριαρχία και κυριαρχικά δικαιώματα.

  Απλά θα πρέπει όλοι μας να αντιληφθούμε ότι δεν υπάρχουν τα «μαγικά» εκείνα οπλικά συστήματα που ανατρέπουν άρδην τις ισορροπίες ισχύος των αντιπάλων. Η στρατιωτική ισχύς είναι ένα σύνθετο άθροισμα πολυπαραγοντικών μεταβλητών, μετρούμενων και μη. Η προμήθεια ενός οπλικού συστήματος από μόνη της δεν σημαίνει τίποτα. Τα κύρια οπλικά συστήματα (πχ αεροσκάφη, πλοία, επιφανείας, υποβρύχια, άρματα μάχης πυροβόλα κλπ) αποτελούν τους φορείς δεκάδων, ίσως και εκατοντάδων υποσυστημάτων, που πρέπει να λειτουργήσουν αρμονικά μεταξύ τους και σε συντονισμό με πολλά άλλα διαφορετικά οπλικά συστήματα. Η καλύτερη φρεγάτα, αν δεν μπορεί να λειτουργήσει σε συνεργασία με τα υπόλοιπα αεροναυτικά και χερσαία μέσα, δεν θα επιφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα. Η εξασφάλιση αυτής της διαλειτουργικότητας, ενδεχομένως να αποτύχει από την έλλειψη ή δυσλειτουργία ενός «ταπεινού» υποσυστήματος και να εξαϋλώσει όλα τα θεαματικά πλεονεκτήματα που διαφήμιζε ο κατασκευαστής του «υπερσυστήματος». Επίσης δεν πρέπει ποτέ να διαφεύγει της προσοχής μας και το κόστος του κάθε οπλικού συστήματος, όχι μόνο προμήθειας και λειτουργίας, αλλά και το «κόστος» εξουδετέρωσης του από τον αντίπαλο. Ο πόλεμος, και μάλιστα ο μακροχρόνιος (ισχύει και για τον ανταγωνισμό) συχνά κρίνεται από τις οικονομικές αντοχές των εμπολέμων (ανταγωνιστών).

  Πράγματι θεαματικές, οι «διαφημιστικές» προβολές των ικανοτήτων των διαφόρων οπλικών συστημάτων αλλά η πραγματική τους απόδοση στο πεδίο της μάχης θα κριθεί από τη διαλειτουργικότητα-συμπληρωματικότητα τους με τα λοιπά συστήματα και με τον βασικότερο παράγοντα να παραμένει η εκπαίδευση του προσωπικού που θα τα χειριστεί και η ορθή τακτική τους χρησιμοποίηση.

  Ας μη θριαμβολογούμε λοιπόν για την (ορθότατη) προμήθεια ενός ικανότατου οπλικού συστήματος καίτοι συχνότατα ο δημόσιος αντίλογος θα παρουσιάσει άλλα δύο ή τρία «ικανότερα» συστήματα. Η ένταξη του, η απόκτηση της πλήρους επιχειρησιακής ικανότητας, η διαλειτουργικότητα και η ορθή τακτική χρησιμοποίηση του είναι τιτάνια έργα και από αυτά θα κριθεί εν πολλοίς η αποτελεσματικότητα του. Σε τελευταία ανάλυση, ο αντίπαλος μας έχει αποδείξει ότι δεν κάθεται με σταυρωμένα τα χέρια του και αντιδρά μεθοδικά σε κάθε δική μας κίνηση, έχοντας συχνά την πρωτοβουλία.

  Ούτε όμως πρέπει να τα βάφουμε όλα μαύρα όταν η κυβέρνηση κάποιας μεγάλης δύναμης δίνει ένα νεύμα κατανόησης-ενθάρρυνσης στο γνωστό αποσταθεροποιητή της περιοχής. Αναμφίβολα θα πρέπει να εντείνουμε τις προσπάθειες αποκλεισμού του από κάθε μελλοντική προμήθεια κύριων οπλικών συστημάτων, κατανοώντας ότι μέχρι ορισμένων ορίων μπορούμε να επηρεάσουμε τις ξένες κυβερνήσεις. Το ζητούμενο είναι, με τη χρήση της αυτοβοήθειας, να εξασφαλίσουμε μόνοι μας τις πολυπόθητες και συχνά νεφελώδεις, αποτρεπτικές ικανότητες.

  Επιπρόσθετα, δεν θα πρέπει να αρχίσουμε να αναζητούμε εναγωνίως στον χάρτη, αν το χωριό μας είναι στο βεληνεκές του νέου τουρκικού βαλλιστικού βλήματος. Πραγματικά ο αντίπαλος έχει προχωρήσει στην εγχώρια κατασκευή αρκετών οπλικών συστημάτων (μη επανδρωμένα συστήματα, κατευθυνόμενα βλήματα κλπ) και άλλων λιγότερο γνωστών, αλλά εξίσου επικίνδυνων, όπως τα συστήματα ηλεκτρονικού πολέμου. Μάλιστα, έχει επιτύχει σημαντικό βαθμό αυτάρκειας στην εγχώρια παραγωγή και στην υποστήριξη κύριων οπλικών συστημάτων. Η διαρκής μεγέθυνση, σε βάρος μας, αυτής της ψαλίδας εγχώριας παραγωγής οπλικών συστημάτων και πυρομαχικών, μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας, είναι μια πραγματικότητα που πρέπει να μας ανησυχεί περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Ο πόλεμος στην Ουκρανία απέδειξε περίτρανα την ταχύτατη κατανάλωση πυρομαχικών ακριβείας αλλά και την ανάγκη ύπαρξης σημαντικών εφεδρειών (σε ανθρώπους, υλικά και πυρομαχικά).

  Η αντιγραφή εκ μέρους μας των επιτυχημένων μεθόδων μεγέθυνσης της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας δεν είναι πανάκεια αλλά ούτε και πλήρως δυνατή σήμερα. Το μέγεθος των Ενόπλων Δυνάμεων μας, οι οικονομικές μας δυνατότητες και οι περιορισμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης θέτουν φραγμούς στους σχεδιασμούς μας. Η ένταξη σε πολυεθνικά προγράμματα, καίτοι δεν εξασφαλίζει πάντα τα επιζητούμενα επιχειρησιακά χαρακτηριστικά, επιφέρει οικονομίες κλίμακος και συχνά διασφαλίζει αξιόπιστη υποστήριξη, απόκτηση τεχνογνωσίας και ανάληψη υποκατασκευαστικού έργου. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα πρέπει να αναληφθούν και καθαρά ελληνικές προσπάθειες σε τομείς όπου υπάρχουν συγκεκριμένες δυνατότητες και συσσωρευμένη εμπειρία. Σε βάθος δεκαετίας, με σταθερή και προβλέψιμη χρηματοδότηση της άμυνας και ορθολογική δόμηση νέων προμηθειών (όχι πάλι σε επείγουσα μορφή), ευελπιστούμε ότι θα μπορέσουμε να ανασυγκροτήσουμε μια ικανή αμυντική βιομηχανία. Υπάρχουν όμως και οι πολλά υποσχόμενες νέες τεχνολογίες, όπου με κατάλληλες εσωτερικές συνεργασίες, ελεγχόμενη χρηματοδότηση και επαρκή έλεγχο, ενδεχομένως να μπορούμε να επιτύχουμε σημαντικά αποτελέσματα σε τομείς που θα επιλέξουμε να επικεντρωθούμε.

  Απαραίτητη λοιπόν η ενίσχυση των αμυντικών μας δυνατοτήτων και η ενίσχυση της αμυντικής μας βιομηχανίας για επιτυχημένη αποτροπή του αντιπάλου μας. Αν τελικά όμως, οι αμυντικές μας ικανότητες αποτύχουν να αποτρέψουν τον αντίπαλο, το προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων θα κληθεί να αξιοποιήσει τα υπάρχοντα συστήματα. Τότε η επαρκής εκπαίδευση και η ορθή διακλαδική τακτική χρησιμοποίηση τους θα είναι οι βασικοί κρίσιμοι παράγοντες που θα καθορίσουν τον νικητή.

ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ ΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ- Αντιστράτηγος (εα)

  • Διδάκτορας Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
  • Διευθυντής Μελετών του Ελληνικού Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών (ΕΛΙΣΜΕ)
  • E-mail: rafaelmarippo@yahoo.gr