Η ΜΕΤΑΘΑΝΑΤΙΟΣ ΖΩΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ

Ημερομηνία Σύνταξης Άρθρου
Ιδιότητα
Αντιστράτηγος ε.α. κ' Αναλυτής Εθνικών και Διεθνών θεμάτων

ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΙΕΡΑΤΕΙΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΑΜΜΩΝΑ-ΡΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΑΙΓΥΠΤΟΥ:

  • Οι ιερείς έβαζαν κάτω από το κεφάλι των μουμιών τη «ΒΙΒΛΟ ΤΩΝ ΝΕΚΡΩΝ», ήτοι ένα μυστηριώδη κύλινδρο, ως οδοιπορικό εφόδιο, ο οποίος διηγούνταν υπό συμβολική μορφή το πέρα το τάφου ταξίδι της ψυχής. Το ταξίδι αυτό της ψυχής περιελάμβανε: Την κάθαρση μέσα σε ένα φλογερό τόπο. Τον εξαγνισμό του αστρικού περικαλυματός της. τη συνάντησή της με τον κακό βαρκάρη που κάθεται μέσα σε μια βάρκα με το βλέμμα του στραμμένο αλλού, και με τον καλό βαρκάρη που τη κοιτάζει κατά πρόσωπο. Τη παρουσίασή της μπροστά στους σαράντα δύο γήινους δικαστές και τη δικαίωσή της από τον θεό ΕΡΜΗ. Τέλος, την είσοδό της και τη μεταμόρφωσή της μέσα στο φως του θεού ΟΣΙΡΙ. Μπορούμε να βγάλουμε συμπεράσματα από τη δύναμη αυτού του βιβλίου για την ολοκληρωτική αναστάτωση, που η ΑιγυπτιακήΜύηση επέφερε στα πνεύματα των Μυημένων από το ακόλουθο χωρίο της «ΒΙΒΛΟΥ ΤΩΝ ΝΕΚΡΩΝ». Αυτό το κεφάλαιο βρέθηκε στην Ερμούπολη, με μαύρα γράμματα, πάνω σε μια πλάκα από αλάβαστρο, στα πόδια του θεού ΕΡΜΗ, κατά την εποχή του Βασιλιά Μενκαρά, από τον ηγεμόνα Αστατέφ, όταν αυτός ταξίδευε για να επιθεωρήσει τους ναούς. Ο Αστατέφ έφερε τη πλάκα στο βασιλικό ναό. Ω μεγάλο μυστικό! Δεν είδε πια, δεν άκουσε πια, αφότου διάβασε αυτό το αγνό και άγιο κεφάλαιο, δεν πλησίασε πια καμία γυναίκα και δεν έφαγε πια ούτε κρέας, ούτε ψάρι. Αλλά, τι το αληθινό υπήρχε μέσα σε αυτές τις συνταρακτικές διηγήσεις, μέσα στις ιερατικές αυτές εικόνες, πίσω από τις οποίες ιρίδιζε το τρομερό μυστικό του πέρα του τάφου; «Η Ίσιδα και ο Ίσιρης μόνο το ξέρουν», έλεγαν οι ιερείς τους.
  • Κατά το τελευταίο στάδιο της ιεροτελεστίας, της μύησης, ήτοι του εικονικού θανάτου και της ανάστασης του υπό μύηση μύστη, όταν αυτός βρισκόταν ξαπλωμένος μέσα σε ανοικτή σαρκοφάγο και σε κατάσταση ενοραματικής οπτασίας, τότε, εμφανίζονταν η θεά ΙΣΙΔΑ υπό μορφή γυναίκας, χαμογελαστή και φωτεινή περιτυλιγμένη στο διάφανο πέπλο της, να λάμπει μέσα σε αυτό. Στο χέρι της κρατά ένα κύλινδρο παπύρου. Πλησιάζει γλυκά, γέρνει πάνω στο μύστη, ο οποίος είναι ξαπλωμένος μέσα στον εικονικό τάφο του και του λέει: «Είμαι η αόρατη αδελφή σου, είμαι η θεία ψυχή σου και τούτο εδώ είναι το ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΣΟΥ. Περιέχει τις γεμάτες σελίδες των προηγουμένων υπάρξεών σου και τις λευκές σελίδες των μελλουσών ζωών σου. Μια μέρα θα τις ξετυλίξω όλες ενώπιόν σου. Με γνωρίζεις τώρα. Φώναξέ με και θα έρθω!». Και καθώς μιλά, μια ακτίνα τρυφερότητας αναβρύζει από τα μάτια της… Ω παρουσία ενός αγγελικού ειδώλου, άρρητη υπόσχεση του θείου, θαυμάσια συγχώνευση μέσα στο αψηλάφητο του υπερπέραν! Αλλά όλα αυτά θρυμματίζονται, η οπτασία εξαφανίζεται. Ο μύστης νιώθει τον εαυτό του να πέφτει ορμητικά μέσα στο σώμα του και μέσα σε ένα πτώμα. Λίγο αργότερα επανέρχεται στην κατάσταση του συνειδητού λήθαργου, στη συνέχεια ξυπνάει και βλέπει μπροστά του τον Ιεροφάντη να του λέει: «Ιδού αναστήθηκες, έλα να γιορτάσεις μαζί μας την αγάπη των μυημένων και διηγήσου μας το ταξίδι σου μέσα στο φως του θεού Όσιρι. Γιατί εσύ, από τώρα και στο εξής είσαι ένας από τους δικούς μας. Είσαι μυημένος της θεάς μας Ίσιδας».

ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣΧΑΤΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

  • Η ιδέα της επιβίωσης του ατόμου μετά τον θάνατο είναι πάντα παρούσα στην αρχαία ελληνική σκέψη. Πιστεύεται, ότι τη στιγμή του θανάτου η ψυχή (που κατά γράμμα σημαίνει «αναπνοή») εγκαταλείπει το σώμα, παραμένοντας στη γη μέχρι την ολοκλήρωση της επικήδειας τελετής, μετά την οποία μπορεί τελικά να μεταβεί στον κόσμο των νεκρών. Ο μεταθανάτιοςκόσμος αποκαλείται και «κατοικία του Άδη» από το όνομα του θεού, αδελφού του Δία, που βασιλεύει εκεί, μαζί με τη σύζυγό του Περσεφόνη. Το όνομα Άδης σημαίνει αόρατος (α-είδες), είτε επειδή αυτός που τον διαβαίνει εξαφανίζεται από την όψη της γης, είτε επειδή παραμένει κρυφός για τους ζώντες. Ο νεκρός, μπαίνει στον Άδη διαβαίνοντας τα όρια του ποταμούΑχέροντα, συνοδευόμενος από τον Ερμή, το φτερωτό θεό αγγελιοφόρο, συνοδό ψυχών. Ο Πλάτων στο διάλογο Φαίδων φαντάζεται τον Άδη, σαν μια τεράστια κοιλότητα, στην οποία ρέουν τα ύδατα που σχηματίζουν πηγές, λίμνες, θάλασσες και έλη. Στην κωμωδία του Αριστοφάνη «Βάτραχοι» (405 π.Χ.) ο Άδης περιβάλλεται από μια τεράστια έκταση από λάσπη, λίμνες και περιττώματα, την οποία διασχίζει με το σκάφος του ο γνωστός βαρκάρηςΧάροντας. Και ως πληρωμή για την υπηρεσία του, υπάρχει το έθιμο να τοποθετούνται δύο νομίσματα στα μάτια ή στο στόμα του νεκρού. Η είσοδος του Άδη εμφανίζεται να φυλάσσεται από τον Κέρβερο, ένα σκύλο με τρία κεφάλια και χαίτη ερπετού, που κουνά την ουρά του με στοργή στο νεοεισερχόμενο αποθανόντα, αλλά στη συνέχεια τον εμποδίζει μια για πάντα να βγει έξω. Σύμφωνα με τα Ομηρικά Έπη, η ψυχή δεν προσδοκά καμία ανταμοιβή για τις πράξεις της, όσο ήταν εν ζωή. Στα επικά ποιήματα, η ψυχή συνεχίζει να υπάρχει στον Άδη, αλλά σε μια ελάχιστη αντιληπτή μορφή, έντονα μειωμένη σε σχέση με τους ζώντες: Έχει την ίδια φύση με τα όνειρα, δηλαδή δεν διαθέτει πλέον καμία υλική υπόσταση, στερείται κάθε ισχύος και δεν είναι σε θέση να συντηρήσει ούτε μνήμη για ό,τι συνέβη, ούτε καμία συνείδηση για τον εαυτό της, παρά περιπλανιέται χωρίς να είναι σε θέση να μιλήσει στριγκλίζοντας μόνο, παράγοντας ήχους παρόμοιους με εκείνους της νυχτερίδας. Σύμφωνα με τον ιστορικό Διόδωρο Σικελιώτη (90-27 π.Χ.), Ηρόδοτο (4ος αι. π.Χ.), τον ιστορικό και τον δραματουργό Αισχύλο (4ος αι. π.Χ.): Από τον 6ο αι. π.χ. και εντεύθεν η εικόνα για τη μεταθανάτιο ζωή άλλαξε σημαντικά από αυτή των Ομηρικών επών. Ο Ορφέας και ο Πυθαγόρας θεμελίωσαν μια σειρά παραδόσεων από πομπές, τελετές, Διονυσιακές λατρείες, Ελευσίνια μυστήρια, τελετουργίες, μυήσεις με τις οποίες διασφάλισαν την εγγύηση στους μυημένους για μια καλύτερη ύπαρξη στη μετά θάνατο ζωή. Επίσης, οι ως άνω εισήγαγαν για τη μετά θάνατο ζωή την ιδέα της ανταμοιβής της ψυχής στη μεταθανάτια ζωή, αναφερόμενοΙ σε ποινές και βραβεία στον Άδη. Ο δραματουργός Αισχύλος περιγράφει τον θεό Άδη «ως ένα άλλο Δία», ο οποίος μαζί με τη σύζυγό του Περσεφόνη και τους δικαστές Μίνωα, Αιακό και Ραδάμανθυ, κάτω από το έδαφος της γης, κρίνουν με αυστηρότητα τους νεκρούς. Έτσι, η «ισορροπημένη εικόνα» του Ομηρικού Άδη διχοτομείται: Οι νεκροί μπορούν να απολαμβάνουν μια ευτυχισμένη ζωή στα Ηλύσια Πεδία ή να υποφέρουν στα Τάρταρα. Στη πρώτη περίπτωση, οι ψυχές των ευσεβών νεκρών βρίσκουν την τελευταία τους κατοικία μεταξύ λουλουδιών και ηλιόλουστων λιβαδιών, όπου θα συνεχίζουν να γιορτάζουν με συμπόσια και χορούς. Στα Τάρταρα, οι ασεβείς θα υποβάλλονται σε τιμωρίες, μια από τις οποίες συνιστάται στο να παραμένουν αιωνίως βυθισμένοι στο βάλτο του κάτω κόσμου.

ΟΙ ΟΔΗΓΙΕΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΝΕΚΡΟ ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΝΑ ΜΠΟΡΕΣΕΙ ΝΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΕΙ ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΟΝ ΑΔΗ ΚΑΙ ΝΑ ΚΑΤΑΚΤΗΣΕΙ ΤΟ ΧΩΡΟ ΠΟΥ ΤΟΥ ΑΝΗΚΕΙ:

Στα Ορφικά ποιήματα, στα Μυστήρια της Ελευσίνας, των Δελφών και στη Σχολή του Πυθαγόρα, στον Κρότωνα της Ιταλίας, εδιδάσκετο η εσωτερική διδασκαλία της Μύησης. Σκοπός των μυημένων είναι ακριβώς η προσπάθεια να βγουν από τον κύκλο των μετενσαρκώσεων και να μπορέσουν έτσι να έχουν καλή μοίρα στη μετά θάνατο ζωή, ευρισκόμενοι κοντά στους θεούς. Υπάρχουν σχετικά κείμενα, που βρέθηκαν στους τάφους των μυημένων στην περίοδο από τον 5ο π.Χ. έως τον 2ο μ.Χ. αιώνα, από τη Νότια Ιταλία έως και τη Μαύρη θάλασσα. Σε μια πλάκα που βρέθηκε στο Ιππώνιο στη Καλαμβρία γράφεται για το νεκρό: «Θα βρεις στον οίκο του Άδη την πηγή της ΛΗΘΗΣ, δεν θα πιείς νερό από αυτή, αλλά θα προχωρήσεις λίγο και θα συναντήσεις την πηγή της ΜΝΗΜΗΣ, θα πεις το φύλακα, ότι είσαι ο γιος της Γης και του έναστρου Ουρανού και τότε αυτός θα σου επιτρέψει να πιείς νερό. Όταν το έχεις πιεί θα επανέλθει η μνήμη σου και θα θυμηθείς, ότι είσαι μυημένος στα Ελευσίνια Μυστήρια και θα περπατάς και εσύ στην Ιερά Οδό του Άδη, που και άλλοι μυημένοι σαν εσένα και αφοσιωμένοι στη Περσεφόνη συνεχίζουν να περπατούν εκεί και να ζουν στην περιοχή αυτή στον Άδη. Σε άλλο κείμενό του, θυμίζει τις λέξεις που θα προσφέρει όταν βρεθεί μπροστά στη Περσεφόνη, ήτοι: «Έρχομαι καθαρός μεταξύ των καθαρών για να δηλώσω, ότι ανήκω και εγώ στην ευλογημένη φυλή σας. Ότι εξέτισα την ποινή για τις λάθος πράξεις μου (Ήμουν στιγματισμένος αφού γεννήθηκα συνεπεία του φόνου του Διονύσου, του γιου της Περσεφόνης). Τωρα ως ικέτης μπροστά σας, ζητώ την εύνοιά σας ώστε να με στείλετε μαζί με τους αγνούς στην ηλιόλουστη περιοχή της Ιεράς Οδού του Άδη. Σε μια άλλη πλάκα έχει βρεθεί η εξής αναφορά προς τη θεά. «Βάλε με μέσα στο θίασο των δικών σου μυημένων. Εγώ γνωρίζω τις λατρείες, τις τελετές του Διονύσου (Βάκχου), της χθόνιας Δήμητρας και της Ορεσίβιας Μητέρας σου». Τέλος, όπως προτείνεται μέσα από τις παραπάνω πλάκες, η αναφορά στους θιάσους και στις πομπές, τελετές κατά το μήκος της Ιεράς Οδού, από τον Κεραμεικό μέχρι την Ελευσίνα, εμφανίζουν με σαφήνεια, ότι ο Άδης των μυημένων είναι κατά συνέπεια μια διαρκής επανάληψη των γήινων εορτασμών προς τους Θεούς. Ο ποιητής Πίνδαρος μας διδάσκει, ότι, «ευτυχισμένος είναι όποιος πέρασε τα Μυστήρια της Ελευσίνας, γιατί γνωρίζει την πηγή, το ταξίδι και τη μετά το θάνατο ζωή, της ψυχής του».

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

  • Τα Μυστήρια της Ίσιδας και του Όσιρι, η σκέψη του Ερμή, η αρχαία διδασκαλία του ηλιακού λόγου, ανάβει εκ νέου μέσα στους τάφους των Φαραώ της Αιγύπτου και λάμπει ίσα με πάνω στους πάπυρους της «Βίβλου των Νεκρών», που τους φυλάνε οι μούμιες 4.000 ετών.
  • Στην Ελλάδα η εσωτερική σκέψη, η εσωτερική διδασκαλία των Μυστηρίων της Ελευσίνας, Δελφών είναι πιο φανερή και συνάμα πιο συγκαλυμμένη από αλλού. Είναι πιο φανερή γιατί αναδύεται μέσα από μια ανθρώπινη θελκτική μυθολογία και αναβρύζει σαν ουράνια δροσιά. Αφετέρου, όμως, στη βαθιά επιστημονική σκέψη, που πρωτοστάτησε στη σύλληψη όλων αυτών των μύθων περί της μεταθανάτιου ζωής της ψυχής είναι πιο δύσκολο να διεισδύσει κανείς, εξαιτίας και του ίδιου του θέλγητρου των μύθων, αλλά και των εξωραϊσμών που πρόσθεσαν σε αυτούς τους μύθους, οι ποιητές.
  • Τέλος, οι υπέρτατες αρχές της ελληνικής θεοσοφίας και της Δελφικής σοφίας, είναι γραμμένες με χρυσά γράμματα στα Ορφικά αποσπάσματα, στη Πυθαγόρια σύνθεση, στα Ελευσίνια Μυστήρια, καθώς επίσης και στη διαλεκτική και λίγο φανταστική εκλαΐκευση του Πλάτωνα.